Διαβάζω σε μια εφημερίδα οτι η κυβέρνηση είναι “γαντζωμένη στην εξουσία”. Σε ένα περιοδικό την προτροπή “τελειώστε την κυβέρνηση των ζωντανών νεκρών”. Μάλιστα.
Τα τελευταία μέτρα για τις εργασιακές σχέσεις (περιορισμός αποζημίωσης απόλυσης, ενιαίος κατώτατος μισθός -γυμνός από τριετίες αυτόματης «ωρίμανσης» αλλά και από επίδομα γάμου-, αποφασιστικός ρόλος του κράτους στον προσδιορισμό του ελάχιστου μισθού) δεν είναι πρωτοφανή: υπάρχουν και ισχύουν στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Πολλά, μάλιστα, από αυτά είναι επιστέγασμα μακράς προσπάθειας προοδευτικών κομμάτων στις χώρες αυτές. Τα μέτρα δεν είναι ακραία, δεν είναι ριζοσπαστικά και, κυρίως, δεν έρχονται να διαταράξουν μια αγορά εργασίας που λειτουργεί (κάπως) ικανοποιητικά.
Η δική μας αγορά εργασίας δυσλειτουργεί και πάσχει από ασφυξία. Είναι κλειστή, είναι γερασμένη, είναι μπλοκαρισμένη και ταυτόχρονα κατακερματισμένη. Δεν είναι παράξενο που είναι πρωταθλήτρια Ευρώπης στην ανεργία, καθώς:
Του Αποστολου Λακασα
«Θλιβερό εξεταστικό κέντρο του τίποτα», έρμαιο «στην αυθαιρεσία και μακρόχρονη βία των φοιτητών», το οποίο έχει καταλήξει σε «πανεπιστημιακή Ζάκυνθο στην οποία μοιράζονται πιστοποιητικά τυφλότητας και όχι πτυχία βαθειάς γνώσης»... Πολλές είναι οι φράσεις που θα μπορούσαν να απομονωθούν από την επιστολή της αναπληρώτριας καθηγήτριας Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών κ. Μαρίας Ευθυμίου, με την οποία παραιτείται από τον Σύλλογο Μελών ΔΕΠ της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών. Η συνεχής απαξίωση του πανεπιστημίου και οι κίνδυνοι ότι η πτώση δεν έχει βρει πάτο, οι χρόνιες αδυναμίες των διοικήσεων του Ιδρύματος, τα φαινόμενα διαπλοκής, η συντεχνιακή στάση των πανεπιστημιακών αποτυπώνονται αδρά στην επιστολή της κ. Ευθυμίου, και είναι σαν να «φωτογραφίζουν» γνώριμες καταστάσεις όχι μόνο στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και την πλειονότητα των ΑΕΙ, αλλά και ευρύτερα στην Ελλάδα...
Είναι άλλο πράγμα να προσπαθείς να συνθέσεις απόψεις, να επιδιώκεις τη σύγκλιση ή να αναζητάς την αλήθεια “κάπου στη μέση”, εκεί όπου συνήθως (αν και καθόλου απαραίτητα) βρίσκεται. Και είναι άλλο πράγμα να διεξάγεις μονίμως το δημόσιο διάλογο, με συμψηφισμούς.
Το γαμώτο σ’ αυτή την ιστορία είναι ότι δεν ήταν υποχρεωτικό τα πράγματα να πάνε έτσι. Οι δυνάμεις της Ακινησίας, αυτές που δεν θέλουν ν’ αλλάξει τίποτα σ’ αυτή τη χώρα, παρουσιάζουν την κατάσταση κάπως σαν φυσική καταστροφή, σαν πόλεμο. Μας κήρυξαν τον πόλεμο οι ξένοι, μας έβαλαν, ειδικά εμάς, στο στόχαστρο, θέλουν να κάμψουν το αδούλωτο φρόνημα του Έλληνα, να μας «φτωχοποιήσουν», να μας «εξοντώσουν», να μας κάνουν φτηνό εργατικό δυναμικό. Γιατί δεν τους φτάνουν τα 9/10 του πλανήτη που είναι φτηνότερο, εμάς ήθελαν. Κι έτσι, εμείς δεν φταίμε σε τίποτα.
Καημένη ελληνική σημαία. Σε σηκώνουν σήμερα ψηλά. Σιδερωμένη και καθαρή. Τι τράβηξες και εσύ μέσα στα χρόνια. Υψώθηκες πάνω από τους ντοπαρισμένους του 2004. Έγινες πλαστική στις προεκλογικές συγκεντρώσεις, όσων μας πούλησαν τα πλαστά όνειρα. Σε κατέβασαν από τα χέρια των αριστούχων Aλβανών γιατί «δεν μπορούν να σε σηκώσουν οι ξένοι». Μετά άρχισαν να σε ανεβάζουν οι κυνηγημένοι Πακιστανοί και Αφρικανοί στα μπαλκόνια του Κέντρου. Έγινες το καμουφλάζ του κυνηγημένου ξένου.
Μία λίστα τύπου Λαγκάρντ, δηλαδή ένας κατάλογος ανθρώπων που έχουν καταθέσεις οποιασδήποτε προέλευσης σε τράπεζες του εξωτερικού είναι χρήσιμη σε τρείς ομάδες ανθρώπων.
Φιλοξενία ιστοσελίδας Operon