Τελειωμό δεν έχουν τα σενάρια συνωμοσίας από τη στιγμή που ο Πάπας Βενέδικτος ανακοίνωσε την παραίτησή του. Τελευταίο, αυτό που κυκλοφόρησε τις τελευταίες ώρες ο διάσημος μπλόγκερ Αντριου Σάλιβαν, ο οποίος, ούτε λίγο ούτε πολύ υποστηρίζει πως ο Πάπας είναι γκέι και μάλιστα πολύ ερωτευμένος με τον πιο... όμορφο άνδρα του Βατικανού.
Γράφει ο Κώστας Μποτόπουλος
Ωραία λοιπόν, ο ιταλικός λαός αποφάσισε, όπως είχε δικαίωμα, να δώσει μια πολλαπλά τιμωρητική ψήφο:
- Τιμώρησε την πραγματικότητα που δεν του αρέσει. Δικαίως –σε κανέναν δεν αρέσει η ύφεση, η ανεργία, οι υψηλότεροι φόροι, η ανάστροφη μετανάστευση, τα λιγότερα χρήματα για τον πολιτισμό (όχι όμως για την πολιτική τάξη, την πιο καλοπληρωμένη όλης της Ευρώπης), το ξέφτισμα της bella vita. Το πρόβλημα με την πραγματικότητα είναι ότι δεν αρκεί να μην αρέσει, για να αλλάξει προς το καλύτερο
Η εξοικείωση με τη διαχείριση των χρημάτων είναι απαραίτητο «όπλο» για τους ενήλικους αλλά και για τα παιδιά. Τόσο η ιεράρχηση των προτεραιοτήτων όσο και η εξάσκηση στην υπευθυνότητα θα τα οπλίσει με τις σωστές δεξιότητες για τη μελλοντική τους ζωή. Αν η εικόνα που τους δημιουργήσουμε –προκειμένου να μην πληγωθούν- είναι ψεύτικη τότε τα παιδιά μας θα εξελιχθούν σε μελλοντικούς ευάλωτους πολίτες.
Γράφει ο Θωμάς Ξωμερίτης
Έχω φάει κρέας αλόγου. Συνειδητά και χωρίς τύψεις, όταν μου το σέρβιραν, κύριο πιάτο, το έφερα στη μύτη μου, το μύρισα, δεν μου μύρισε, στη συνέχεια έκοψα ένα κομμάτι και δοκίμασα. Ήταν θεσπέσιο. Αυτό συνέβη στα βουνά της Σαρδηνίας, πριν 14 χρόνια, όταν είχα βρεθεί εκεί σ’ επαγγελματικό ταξίδι. Τουλάχιστον δεν ισχύει για μένα το ζήτημα του ταμπού για το κρέας αλόγου· είμαι κρεατοφάγος, υπάρχουν κρέατα που μου αρέσουν και κρέατα που δεν μου αρέσουν (το αρνί για παράδειγμα το σιχαίνομαι). Κι ελάφι έχω φάει – μου άρεσε - και αγριογούρουνο – έτσι κι έτσι. (Όχι στο ταξίδι μου στη Σαρδηνία, γιατί εκεί το ελάφι ήταν προστατευόμενο είδος· για το αγριογούρουνο δεν θυμάμαι αν υπήρχε καθεστώς προστασίας, μάλλον όχι).
Γράφει ο Αρίστος Δοξιάδης
Πριν από δύο χρόνια, ταξιτζήδες της Αθήνας έριχναν λάδια στους δρόμους του Πειραιά για να εμποδίσουν τα πούλμαν που έφερναν τους ξένους στα κρουαζιερόπλοια. Την ίδια εποχή, ταξιτζήδες της Ρόδου έδιωχναν από το δικό τους λιμάνι τους ακτιβιστές του ΠΑΜΕ, γιατί δεν ήθελαν να υπάρξει πρόβλημα με τις κρουαζιέρες. Γιατί;
Γράφει ο Τάκης Θεοδωρόπουλος
Να ξεχάσουμε την Ελλάδα που κάποτε αγαπήσαμε, αυτή τη χώρα που πολλοί από εμάς εξακολουθούμε να αγαπάμε. Τι χειρότερο μπορεί να φέρει αυτή η κρίση από την υποτίμηση του όποιου πατριωτικού αισθήματος μπορεί ο καθένας να κουβαλάει μέσα του; Στον τρόπο που σκέφτεται, στον τρόπο που συμπεριφέρεται, στον τρόπο που αντιδρά.
Γράφει η Ιόλη Πιερίδη
Κάπου διάβασα ότι η Βανδή και ο Καπουτζίδης ευχαρίστησαν τους τρεις κι εξήντα παίρνετε άνδρες των 3 διμοιριών των ΜΑΤ που είχαν αναπτυχθεί στην Ιερά Οδό για να προστατέψουν τον θεσμό της Εurovision που οργάνωνε η κρατική τηλεόραση και το MAD του Ανδρέα Κουρή που έχει απλήρωτους εργαζόμενους κι αυτοί είχαν μαζευτεί έξω από το βλαχομπαρόκ event και κράζανε.
Γράφει ο Στέφανος Κασιμάτης
Θα ήταν μόνο για γέλια, αν η χώρα δεν διέτρεχε τον κίνδυνο να κυβερνηθεί από αυτούς. Αναφέρομαι στην ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ, σχετικά με την επίσκεψη Ολάντ στην Αθήνα· και, ειδικά, στο ύφος της. Ο ΣΥΡΙΖΑ μέμφεται την κυβέρνηση, επειδή, λέει, «έχασε την ευκαιρία» να τα ψάλει στους μνημονιακούς, να τους τα πει ένα χεράκι για το περιβόητο «λάθος» του πολλαπλασιαστή κ.λπ. Συγγνώμη, αλλά δεν είναι τουλάχιστον αλαζονικό να μέμφεσαι ως αντιπολίτευση την κυβέρνηση, επειδή «έχασε την ευκαιρία» να παίξει τον ρόλο της αντιπολίτευσης; Είναι σοβαρά πράγματα αυτά;
Γράφει ο Γιώργος Καρελιάς
Η είδηση που δημοσιεύθηκε την Τετάρτη (ημέρα απεργίας) δεν έγινε ευρέως γνωστή. Υπό άλλες συνθήκες θα ήταν «μεγάλη» είδηση. Και προκαλεί θλίψη. Την παραθέτουμε ολόκληρη:
Γράφει η Νίνα-Μαρία Πασχαλίδου
Δεν γνωρίζω τα ονόματα του ζευγαριού που κάθονταν δίπλα μου στην χθεσινή πτήση για το Παρίσι. Η κυρία που πληθωρικά άπλωνε το χέρι της επάνω μου χωρίς κανέναν δισταγμό έσκασε ένα πελώριο χαμόγελο στην απογείωση ενώ έκανε τον σταυρό της. Ο κύριος, πιο σιωπηλός, περίμενε τη σύζυγο να κάνει την αρχή. «Είσαι Ελληνίδα;» με ρώτησε. «Ναι» απάντησα. «Πηγαίνουμε στην Στοκχόλμη για την αποφοίτηση της κόρης μας, μόλις τελείωσε το διδακτορικό της» είπε για να ξεκινήσει την αφήγηση της. Δεν ήταν πάνω από πενήντα χρόνων, εύσωμη, με έντονα μαύρα μάτια και μια πελώρια καφέ τσάντα που δεν άφησε λεπτό κατά τη διάρκεια της πτήσης. Το ζευγάρι ήταν Αλβανοί και ζούσαν στην Κέρκυρα. Πριν από μια εβδομάδα μέτρησαν 18 χρόνια στην Ελλάδα. Μου εξήγησαν σε σπαστά ελληνικά πώς σε όλη τους τη ζωή δούλευαν. Η Ελλάδα τους έδωσε αυτή την ευκαιρία.
Φιλοξενία ιστοσελίδας Operon