Κάποια πράγματα είναι σαν τα αποτελέσματα των εκλογών. Δεν εξηγούνται. Απλά, βιώνονται. Και, ίσως, κάποτε στο μέλλον, κοιτώντας τα από την απόσταση του χρόνου, μπορείς να καταλάβεις τα πώς και τα γιατί. Κάπως έτσι, στα μέσα της δεκαετίας του 1980 και στη λαμπρότερη έξαρση της νιότης μας, «ανακαλύψαμε» όχι μόνο ένα είδωλο αλλά και ένα σύμβολο. Μόνο είδωλο ήταν, για παράδειγμα, η Γκλόρια Γκέινορ που με τις πρώτες νότες του «Ι’ll survive» της, ορμούσαμε σαν αφιονισμένα στις πίστες των κλαμπ για να προλάβουμε να οριοθετήσουμε τον ζωτικό, για τις χορευτικές φιγούρες μας, χώρο. Ή η Ντόνα Σάμερ που για πάρτη της σταμπάραμε στις μπλούζες μας «There’s no summer like Donna Summer».
Η Τίνα Τάρνερ που μας αποχαιρέτησε προχθές σε ηλικία 84 ετών ήταν κάτι άλλο. Πρώτα απ’ όλα, με τη φωνή και το στιλ της, υπερέβη τη ντίσκο που ήταν το trend της εποχής ενώ, συγχρόνως, διεύρυνε τη δυναμική της. Η μελαγχολία του «What’s Love Got to Do With It», η βραχνάδα και η σέξι παραίτηση του «Private Dancer» άλλαζαν το τέμπο του χορού μας, έφερναν μία καλή δόση δράματος και, ενώ ο καθένας χόρευε μόνος του αφού αυτό ήταν η ντίσκο, μόλις τα ακούγαμε, ψάχναμε ασυναίσθητα ένα «κοντινό» σώμα. Και ύστερα το «The Best» και το «We don’t need another hero». Τραγούδια που χορεύαμε κουνώντας τους πωπούς μας, αρματωμένες με τη στολή των eighties (στράπλες, σατέν, ιλιγγιώδη ψηλοτάκουνα, στρας, γκλίτερ και επιμελώς ατημέλητες αφάνες) αλλά και την γροθιά υψωμένη σαν να είμαστε σε πορεία στη Γένοβα. Και μάλιστα χωρίς να ξέρουμε ακριβώς για ποιο λόγο.
Μας πήρε λίγο χρόνο να συνειδητοποιήσουμε ότι αυτό ακριβώς που βλέπαμε, αυτό που μας γοήτευε στην Τίνα Τάρνερ είναι ότι έσπαγε τα μέχρι τότε καλούπια της ποπ μουσικής. Ερχόταν από «μακριά», από πολύ «μακριά» αφού μια δεκάχρονη και πλέον απουσία από τη διεθνή μουσική βιομηχανία απλώνει πολύ τον χρόνο. Ερχόταν από μια πολύχρονη κακοποίηση από τον σύζυγο, μάνατζερ και καλλιτεχνικό της παρτενέρ Άικ, από εκείνο το βράδι που το έσκασε από το ξενοδοχείο όπου έμεναν, δαρμένη και με λίγα σεντς – ούτε καν ολόκληρο δολάριο – στην τσέπη της. Σε μια εποχή που η κακοποίηση των γυναικών, ακόμη και των διάσημων, δεν γινόταν πρώτη διεθνής είδηση ούτε τα θύματα ηρωίδες.
Και έφτασε στη δεκαετία του 1980, με τις ποδάρες, τις μπουτάρες, τις χειλάρες της, τα αγριεμένα μαλλιά της, τη φωνάρα της που τσάκιζε κόκκαλα και τα 45 της χρόνια. Τότε που δεν υπήρχαν πλαστικές επεμβάσεις προς κατασκευή της «αιώνιας τριαντάρας» ούτε το σημερινό celebration της μέσης ηλικίας. Και ξεκίνησε μια καινούργια, δεύτερη καριέρα. Και τα πήρε όλα. Πωλήσεις δίσκων, ρεκόρ στα τσαρτς και τις συναυλίες, αποθέωση.
Προχθές το βράδυ, όταν πληροφορήθηκα τον θάνατό της, η αντίδραση ήταν άμεση και σωματική. Σαν να επανήλθε, έστω και για λίγο, το σώμα μου στις «ρυθμίσεις» της ηλικίας που είχε το «δύο» μπροστά. Χόρευα μέσα στο σπίτι με τα τραγούδια στη διαπασών (και με σηκωμένη γροθιά). Σαν να ξαναέγινα για λίγα λεπτά εκείνο το κορίτσι που, το καλοκαίρι του 1990, έφυγε άρον άρον από τις διακοπές του και ήρθε στην Αθήνα για να δει την Τίνα Τάρνερ στο γήπεδο της Νέας Φιλαδέλφειας.
Πηγή: ΤΑ ΝΕΑ