Οι επιστήμονες αξιολογούσαν το ενδιαφέρον και την εξοικείωση των νηπίων με τους ήχους ανάλογα με το πόση ώρα αυτά ρουφούσαν την πιπίλα τους, η οποία ήταν συνδεδεμένη με ένα υπολογιστή που κατέγραφε τις αντιδράσεις των μωρών. Η χρονική διάρκεια βυζάγματος της πιπίλας αποτελούσε το μέτρο που έδειχνε σε ποιό βαθμό ένα νήπιο είχε ήδη έρθει σε επαφή ή όχι, ήδη από τη μήτρα, με τις διάφορες γλώσσες. Αν προτιμούσε να ακούει κάποιες φωνές, αντί να ρουφά την πιπίλα του, αυτό εκλαμβανόταν ως ενδιαφέρον και εξοικείωση με τη συγκεκριμένη γλώσσα.
Τόσο στις ΗΠΑ, όσο και στη Σουηδία, αποδείχτηκε ότι τα νήπια αμέσως μετά τη γέννησή τους θήλαζαν την πιπίλα τους περισσότερη ώρα, όταν άκουγαν ξένες γλώσσες, πέρα από τα αμερικανικά ή τα σουηδικά αντίστοιχα.
Οι μηχανισμοί του εγκεφάλου για την ακοή αναπτύσσονται κατά την 30ή εβδομάδα της κύησης και η νέα μελέτη δείχνει ότι τα αγέννητα μωρά ακούνε την ομιλία της μητέρας τους κατά τη διάρκεια των τελευταίων περίπου δέκα εβδομάδων της εγκυμοσύνης. Έτσι, μόλις γεννιούνται, δείχνουν (με τον τρόπο τους!) τι έχουν ήδη μάθει. Σύμφωνα με τους ερευνητές, τα νήπια ακούνε κυρίως τα φωνήεντα και με αυτά εξοικειώνονται περισσότερο.
Μέχρι τώρα, οι επιστήμονες είχαν ανακαλύψει ότι τα νεογέννητα είναι έτοιμα να μάθουν και αρχίζουν να διακρίνουν την μητρική τους γλώσσα από τις υπόλοιπες κατά τους πρώτους μήνες της ζωής τους, όμως δεν υπήρχαν στοιχεία που να δείχνουν ότι η εκμάθηση της μητρικής γλώσσας ξεκινάει ήδη από τη μήτρα, κάτι που η νέα μελέτη υποδηλώνει.
«Είναι η πρώτη έρευνα που δείχνει ότι τα έμβρυα μαθαίνουν, προτού γεννηθούν, τους ιδιαίτερους ήχους της μητρικής γλώσσας. Έτσι, η μελέτη μας μετατοπίζει την μετρήσιμη αναγνώριση των ήχων της γλώσσας από τους έξι περίπου μήνες της ζωής του μωρού στο προγεννητικό στάδιο», δήλωσε η Μουν.
Πηγή: ΑΠΕ - ΜΠΕ